ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΙΧΑΛΑΚΗΣ
20.02.15

«Ο Γιάννης Μιχαλάκης γεννήθηκε το 1937 στο χωριό Κουρούνια της Βορειοδυτικής Χίου.
Μετά την αποφοίτηση του από το Γυμνάσιο Αρρένων της Χίου, πήγε στην Αθήνα αναζητώντας την τύχη του.
Δούλεψε ως εργάτης σε ξυλουργικό εργοστάσιο, τυπογράφος και δημοσιογράφος. Από το Νοέμβριο του 1969 μέχρι το Σεπτέμβριο του 1973 εξέδιδε την τοπική εφημερίδα "Χιακοί Αντίλαλοι". Το 1974 μετανάστευσε στη Νέα Υόρκη, όπου τα πρώτα τρία χρόνια έκανε ντόνατς. Από το 1978 και για 31 χρόνια, εργάζεται ως δημοσιογράφος στην εφημερίδα "Εθνικός Κήρυκας" της Νέας Υόρκης. Παράλληλα με τις βιοποριστικές του ασχολίες, έγραψε διηγήματα και αφηγήματα εμπνευσμένα από τις συνθήκες ζωής και τους ανθρώπους που γνώρισε.»

Αυτό είναι το σεμνό βιογραφικό σημείωμα του Γιάννη Μιχαλάκη από το βιβλίο του «Αποδήμων Οδύσσεια». Εμείς όμως που τον γνωρίσαμε και τον ζήσαμε, πιστεύουμε ότι το σημείωμα αυτό τον αδικεί.

Τον Γιάννη Μιχαλάκη τον γνώρισα στις αρχές του 1979. Η Χιακή Ομοσπονδία μόλις είχε αγοράσει το κτίριο στη γωνία των σαράντα-τεσσαρων δρόμων και Broadway στην Αστόρια. Ο Γιάννης και η οικογένεια του κατοικούσαν σε ένα διαμέρισμα στον επάνω όροφο του Χιώτικου Σπιτιού. Εγώ μόλις είχα αναλάβει γραμματέας της νεοσύστατης Νεολαίας της Χιακής Ομοσπονδίας. Οι πολύωρες, συχνές συνεδριάσεις του Τμήματος μας κατάληγαν σε συζητήσεις μιας μικρής ομάδας η οποία συμπεριλάμβανε και τον Γιάννη σε διάφορα και ποικίλα θέματα. Συζητήσεις για το μέλλον τις ομογένειας, λογοτεχνικά, φιλοσοφικά, θρησκευτικά, πολιτικά (στον Γιάννη οφείλω τον προοδευτικό μου προσανατολισμό). Κανένα θέμα δεν ήταν εκτός συζήτησης. Και δεν ήταν και λίγα τα θέματα των τα οποία κατάληγαν την επομένη μέρα στην στήλη «Πρακτορικά» του Εθνικού Κήρυκα τις οποίας ο Γιάννης είχε την επιμέλεια. Προσωπικά, οι συζητήσεις αυτές με τον Γιάννη, με προέτρεψαν να ανοίξω τα μάτια μου, να διαβάσω, να ξεπεράσω το «πίστευε και μη ερεύνα». Θεωρώ τον Γιάννη δάσκαλο μου ο όποιος με έβγαλε από την παιδική μου αφέλεια και από τον οποίο έμαθα περισσότερα από ότι μια ζωή στα θρανία. Με προέτρεψε να ανακαλύψω και να αγαπήσω την ελληνική λογοτεχνία και την ελληνική γλώσσα μας.

Η πρόσφορα του Γιάννη στον ομογενειακό τύπο είναι γνωστή σε όλους όσοι διάβαζαν τα κείμενα του στον Εθνικό Κήρυκα. Στο τέλος της δεκαετίας του εβδομήντα και αρχές του ογδόντα, υπεύθυνος του ομογενειακού τμήματος, ο Γιάννης αναβάθμισε την εφημερίδα με τα κείμενα του για τις ομογενειακές οργανώσεις, ιστορίες μεταναστών, τα διηγήματα του την στήλη του «Πρακτορικού» στην οποία καυτηρίαζε τα κακώς κείμενα της παροικίας μας. Όταν επέστρεψε πίσω στην πατρίδα, η θεματολογία του άλλαξε, αλλά, τα χρονογραφήματα του με την απλή, λυρική δημοτική η οποία πάντα μου θύμιζε Καζαντζάκη, μας κρατούσαν ενήμερους.

Η αγάπη του για τους μεροκαματιάρηδες μετανάστες, τις δυσκολίες και τους αγώνες τους απορρέει μέσα από τα διηγήματα του τα οποία έχει εκδώσει σε αρκετά βιβλία. Τα πρώτα διηγήματα τα οποία αποτελούν το βιβλίο του «Τα Μπρουκλιώτικα» πρωτο-εκδόθηκαν στον Εθνικό Κήρυκα. Θυμάμαι να αγοράζω τον Εθνικό Κήρυκα και με λαχτάρα να γυρνάω στις ομογενειακές σελίδες για να διαβάσω το τελευταίο λογοτεχνικό εγχείρημα του αγαπητού Γιάννη. Επίσης θυμάμαι τα ατελείωτα βράδια της σελιδοποίησης του βιβλίου, την οποία έκανε ο ίδιος, στον δεύτερο όροφο της Χιακής Ομοσπονδίας σε μια αποθήκη την οποία ο Γιάννης μαζί με τον Κώστα Σταμούλη είχαν μεταμορφώσει σε ένα σύγχρονο τυπογραφείο για τις ανάγκες του Περιοδικού «Chios» το οποίο εξέδιδε τα χρόνια εκείνα η Χιακή Ομοσπονδία. Μια παρένθεση: δεν θα υπήρχαν ιστορικά στοιχεία για τα πρώτα δέκα χρόνια της Χιακής Ομοσπονδίας χωρίς τις φωτογραφίες του Κώστα Σταμούλη και τα κείμενα του Γιάννη Μιχαλάκη. Η Χιακή Ομοσπονδία είναι και στους δυο ευγνώμων.

Η πρόσφορα του Γιάννη στα ελληνικά γράμματα δεν περιορίζετε στα κείμενα τα οποία δημοσίευσε τα τριάντα ένα χρόνια τα οποία υπηρέτησε ως δημοσιογράφος και συντάκτης του Εθνικού Κήρυκα. Για αρκετά χρόνια ήταν ο συντάκτης του περιοδικού «Chios» της Χιακής Ομοσπονδίας καθώς και του περιοδικού «Πελιναίο» του συλλόγου Βορειοχωριτών Χίου «Πελιναίο», στα οποία εκτός των νέων των Συλλόγων, δημοσίευσε και αρκετά ιστορικά κείμενα σχετικά με τη Χίο και διηγήματα με ιστορίες και καταστάσεις από τα χώρια της βορειοδυτικής Χίου περασμένων εποχών.

Η προσφορά του στη Χιακή παροικία δεν περιορίστηκε στην έκδοση των δυο περιοδικών. Ήταν η κινητήριος δύναμη της ίδρυσης του Πολιτιστικού Τμήματος της Χιακής Ομοσπονδίας το οποίο έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην αναβάθμιση της οργάνωσης με αρκετές εκδηλώσεις διαφορετικές από τις συνηθισμένες χοροεσπερίδες. Εκδηλώσεις οι οποίες διεύρυναν τους πνευματικούς ορίζοντες σε πολλά μέλη της ομογένειας. Εκτός των ετησίων εκδηλώσεων για την απελευθέρωση της Χίου στις οποίες είχε την ευθύνη, πάντα είχε και στοιχεία έως τότε άγνωστα στο ευρύ κοινό. Θα αναφέρω και δυο άλλες εκδηλώσεις που διοργάνωσε ο Γιάννης: η πρώτη στάθηκε αφορμή να ανακαλύψω την ποίηση του Φώτη Αγγουλέ. Τους λίγους παρευρισκόμενους στην εκδήλωση – γιατί δεν είναι και εύκολο να προσελκύσεις και πολύ κόσμο, και περισσότερο τους συντηρητικούς Χιώτες, σε μια εκδήλωση για έναν αριστερό ποιητή – μας αντάμειψε το άψογο κείμενο του Γιάννη αλλά και η μαρτυρία ενός συντρόφου του Φώτη Αγγουλέ, που είχε ανακαλύψει ο Γιάννης, με τον οποίο ο Αγγουλές μέσα σε ένα στεγνό πηγάδι, τύπωναν παράνομη εφημερίδα την κατοχή. Η δεύτερη ήταν μια εκδήλωση για τα εκατό χρόνια από τον φονικό σεισμό του 1881 στη Χίο. Ο Γιάννης είχε ανακαλύψει άγνωστες μέχρι τότες φωτογραφίες από τον μεγάλο χαλασμό όπως αποκαλούν τον σεισμό αυτό οι Χιώτες.


Το βιβλίο «Αποδήμων Οδύσσεια» είναι το δεύτερο μετά «Τα Μπρουκλιώτικα». Το μυθιστόρημα «Αποδήμων Οδύσσεια» δημοσιεύθηκε σε 20 συνέχειες στον «Εθνικό Κήρυκα», μεταξύ Μάρτη και Σεπτέμβρη του 1980.

Η συγγραφέας Θεανώ Παπάζογλου-Μάργαρη θα γράψει στον Γιάννη για το μυθιστόρημα:
«Στον εξαίρετο Λογοτέχνη, Γιάννη Μιχαλάκη. Σ' ευχαριστώ πολύ που με βεβαίωσες πως δεν πέθανε η καρδιά μου, αφού με κάνεις να κλαίω σε πολλά σημεία των "Αποδήμων Οδύσσεια".
Δε χρειάζεται τώρα να σου γράψω περισσότερα. Μόνο πως έχεις αδρό ταλέντο και πως ο Ελληνισμός Αμερικής έχει αποκτήσει συγγραφέα με βάθος, με πλάτος, με λόγο κρουστό, με λέξεις γεμάτες ψυχή και δύναμη.»

Το βιβλίο απέσπασε θετικές κριτικές όταν εκδόθηκε στην Ελλάδα το 2005. Μια μάλιστα «χαρακτήρισε την περίπτωση τού Γιάννη Μιχαλάκη ιδιαίτερη, αφού είναι από τους λίγους συγγραφείς που έχουν ασχοληθεί με το θέμα της μετανάστευσης και των μεταναστών. Τον απεκάλεσε «κορυφαίο συγγραφέα» σε ότι έχει σχέση με θέματα αποδήμων.»

Η ιστορία δύο νέων που ξεκινούν για να αναζητήσουν την τύχη τους έξω από τα σύνορα της Ελλάδας και βιώνουν τη σκληρότητα των "ίσων ευκαιριών" που δίνει η Νέα Υόρκη της δεκαετίας του '50. Οι συνέπειες του Εμφυλίου Πολέμου στη ζωή των νέων ανθρώπων, η αναζήτηση διεξόδου με το μπαρκάρισμα σε εμπορικά καράβια, το αποφασιστικό "πήδημα" στην Αμερική και η αγωνία του λαθραίου μετανάστη περιγράφονται στο μυθιστόρημα αυτό. Κι ακόμη, η επιτυχία του αδίστακτου, που εκμεταλλεύεται την ανάγκη και τις αδυναμίες των γύρων του, η καχυποψία των παλιών μεταναστών προς τους νέους και η δύσκολη πορεία εκείνου που επιμένει να διατηρήσει τις ανθρώπινες αρετές και αξίες. Η προσωρινή επιστροφή στην πατρίδα και ο κεραυνός που έρχεται απροειδοποίητα, κλείνουν το μυθιστόρημα.

Για το "Αποδήμων Οδύσσεια" ο ίδιος ο συγγραφέας θα γράψει:
«Θα ‘πρεπε να περιμένω, να γίνω 37 χρονών, να μεταναστεύσω ο ίδιος στην Αμερική για να μου φύγει η απορία, γιατί κανένας δεν έγραφε τις ιστορίες των Ελλήνων μεταναστών.
Για να γράψει κανείς την ιστορία των Ελλήνων της Αμερικής χρειάζεται ικανότητες ομηρικές, γιατί πρόκειται για μια πραγματική "Οδύσσεια".»



Στις 21 Δεκεμβρίου το 2009 με τη συνταξιοδότηση του Γιάννη, θα γράψει ο Αποστολής Ζουπανιώτης στη στήλη «Μια στο καρφί… και μια στο πέταλο» της «GREEK NEWS» με τον τίτλο «Ο τελευταίος των λογίων»

Ένας καλός συνάδελφος, ο δημοσιογράφος του «Εθνικού Κήρυκα» Γιάννης Μιχαλάκης, ανακοίνωσε την αποχώρησή του από το επάγγελμα (στα 72 του χρόνια), λόγω συνταξιοδοτήσεως. Είχε εδώ και αρκετά χρόνια εγκατασταθεί στην Αθήνα μετά από μακρά δημοσιογραφική υπηρεσία στη Νέα Υόρκη και το τελευταίο του χρονογράφημα δημοσιεύθηκε την περασμένη Παρασκευή.
Το Γιάννη Μιχαλάκη τον γνώρισα μόνο από τα γραπτά του. Όχι μόνο τα χρονογραφήματά του, αλλά και τα βιβλία του. Το πρώτο του έργο είναι τα διηγήματα με τίτλο “Τα Μπρουκλιώτικα”, στα οποία περιγράφει ιστορίες απλών ομογενών της περιοχής μας. Εξέδωσε επίσης το βιβλίο “Αποδήμων οδύσσεια”, που αρχικά είχε δημοσιευθεί σε 20 συνέχειες στον Εθνικό Κήρυκα, από το Μάρτιο μέχρι το Σεπτέμβριο του 1980.
Προοδευτικός άνθρωπος κι ευαίσθητος, ασχολήθηκε με τον απλό ομογενή, τον άνθρωπο τον οποίο λίγες φορές καλύπτει στις σελίδες του ο Ομογενειακός Τύπος. Λαθραίους, πιατάδες, φρανκφουράδες, σερβιτόρους, ανθρώπους οι οποίοι του θύμιζαν ότι για τέσσερα χρόνια κι ο ίδιος – που ήλθε στην Αμερική το 1974 – ζούσε φτιάχνοντας ντόνατς.
Ο Γιάννης Μιχαλάκης είναι ο τελευταίος της γενιάς των λογίων της Ομογενειακής δημοσιογραφίας, μετά τη Θεανώ Παπάζογλου – Μάργαρη, το Νίκο Σπάνια και τη Ρεγγίνα Παγουλάτου. Που έφυγαν και κανείς – δυστυχώς – δεν πήρε τη θέση τους.
Μας λείπουν οι άνθρωποι αυτοί, που κοσμούσαν την ομογενειακή δημοσιογραφία, ομορφαίνοντας τα έντυπά της και μορφώνοντας τους αναγνώστες τους. Να ευχηθούμε, κάποια στιγμή, κάποιοι άλλοι να λάβουν τη θέση τους, γιατί η Ομογένεια τους έχει ανάγκη.
Όσο για το συνταξιούχο πια συνάδελφο, Γιάννη Μιχαλάκη, ένα μεγάλο ευχαριστώ για όλα αυτά που μας πρόσφερε, για την ευαισθησία του και την αγάπη του στην Ομογένεια.

Το κείμενο του Αποστόλη με βρίσκει, όπως πιστεύω και ολους εσάς, απόλυτα σύμφωνο.

Και μετά τη συνταξιοδότηση του, ο Γιάννης Μιχαλάκης συνεχίζει να γράφει και να εκδίδει βιβλία με διηγήματα, ιστορίες και προσωπογραφίες του απλού Έλληνα μετανάστη, ατόμων που έζησε μεγαλώνοντας στη Χίο καθώς και άγνωστες σελίδες από την ιστορία του νησιού. Τα τελευταία χρόνια έχει εκδώσει τα ακόλουθα βιβλία σε ηλεκτρονική μορφή:

Το αυτοβιογραφικό «Η Πρώτη Έξοδος» με ιστορίες από την παιδική του ηλικία μεγαλώνοντας σε ένα φτωχό χωριό της βορειοδυτικής Χίου τις δεκαετίες του σαράντα και πενήντα.

«Τ’ αμερικανικά» - συμπεριλαμβάνει έντεκα διηγήματα και ιστορίες μεταναστών συμπεριλαμβανομένου και το «Χρέος σε πρωτοπόρο» στο οποίο διήγατε το πέρασμα του πατέρα του ως πρωτοπόρος μετανάστης στην Αμερική στις αρχές του περασμένου αιώνα.

«Τα Χιώτικα» - όπως και στο προηγούμενο βιβλίο, συμπεριλαμβάνει έντεκα διηγήματα, ιστορικά κείμενα και προσωπογραφίες σχετικά με τη Χίο.

Το ιστορικό «Οι Χιώτες αντάρτες στην Αμανή και η μάχη της Παρπαριάς». Αμανή είναι βουνό στη βορειοδυτική Χίο και Παρπαριά χωριό στους δυτικούς πρόποδες του βουνού. Το χωριό από το οποίο κατάγετε ο Γιάννης, τα Κουρούνια, είναι στους βόρειους πρόποδες του ίδιου βουνού και είναι η περιοχή στην οποία παράγεται ο ξακουστός «Αριούσιος οίνος». Αρκετά κείμενα και διηγήματα του, ο Γιάννης τα υπέγραφε με το ψευδώνυμο «Αμανίτης»

«Κουρουνιά – Ταξίδι στην Ιστορία τους» περιέχει ιστορικά στοιχεία για το χωριό της καταγωγής του.

Για την ελληνοαμερικανική κοινότητα το βιβλίο του Γιάννη με το μεγαλύτερο ενδιαφέρον είναι «Η δική μου Αμερική» στο οποίο περιγράφει το εντεκάχρονο ταξίδι του ανάμεσα μας. Πρόσωπα και καταστάσεις τις οποίες έζησε για να μπορέσει να επιβιώσει ως νέος μετανάστης. Καταστάσεις τις οποίες ίσως εμείς οι ίδιοι δεν ζήσαμε, τις έζησαν όμως οι γονείς μας. «Η δική μου Αμερική» του Γιάννη Μιχαλάκη, είναι και η δική μας Αμερική.



Στην μακρόχρονη πορεία του ως δημοσιογράφος και χρονογράφος στον Εθνικό Κήρυκα, ο Γιάννης πολλές φορές μας προβλημάτισε με το θέμα του μέλλοντος του ελληνισμού και των οργανώσεων μας στην Αμερική καθώς και την πίστη του στη νέα γενιά η οποία θα μας αντικαταστήσει στις καρέκλες των κοινοτήτων και των οργανώσεων μας. Πριν κλείσω, θέλω να μοιραστώ μαζί σας ένα από τα τελευταία του άρθρα στον Εθνικό Κήρυκα – απάντηση σε κάποιον παράγοντα ομογενειακής οργάνωσης ο όποιος παραπονέθηκε ότι ο Γιάννης δεν ασχολήθηκε αρκετά με την οργάνωση του:

«Στον «Εθνικό Κήρυκα» της Νέας Υόρκης είχα τον τομέα της Ομογένειας και έγραφα για όλα τα ομογενειακά σωματεία και κοινότητες. Για να γράφει ένας δημοσιογράφος, θα πρέπει να έχει ερεθίσματα. Μήπως λοιπόν κάποιοι ευθύνονται για το ότι δεν μου έδωσαν ερεθίσματα και ευκαιρίες για ν' ασχοληθούμε μαζί τους και με την οργάνωσή τους;
Εν πάση περιπτώσει, σκοπός του άρθρου αυτού δεν είναι η γκρίνια αλλά το πρόβλημα διαδοχής που αντιμετωπίζουν όλα τα τοπικά σωματεία. Όχι μόνο της Αμερικής, αλλά και της Ελλάδας.
Οι άνθρωποι που έφτιαξαν τα περισσότερα από τα σωματεία αυτά, ήταν άνθρωποι που είχαν ξεριζωθεί από τα πατρικά τους σπίτια. Και στην ξενιτιά όπου βρέθηκαν, άγνωστοι μεταξύ αγνώστων, φρόντισαν να έρθουν σ' επαφή με άλλους συμπατριώτες τους. Να λένε τον πόνο τους, να προσπαθούν να γιατρέψουν τη νοσταλγία τους και ν' ακουμπά ο ένας στον άλλο σε ώρες δύσκολες.
Απ' αυτή την ανάγκη ξεκίνησαν τα τοπικά σωματεία της Αμερικής αλλά και της Ελλάδας. Τα χρόνια, όμως, πέρασαν. Οι άνθρωποι εκείνοι τέλειωσαν το ταξίδι τους στη ζωή, τους διαδέχθηκαν άλλοι που είχαν επίσης μνήμες από χωριά και νοσταλγία, είχαν κοινό σημείο αναφοράς το χωριό, τους ανθρώπους του και τις ιστορίες τους.
Τώρα ήρθε η δική μας σειρά ν' αποσυρθούμε σε κάποια γωνιά, περιοριζόμενοι στο να παρακολουθούμε όσο μας επιτρέπουν τα κουράγια και τα κέφια μας.
Τα παιδιά και τα εγγόνια μας όμως, δεν μας ακολουθούν. Και δεν έχουν κέφι να συνεχίσουν τα δικά μας έργα. Και δεν έχουν άδικο. Εκείνα γεννήθηκαν σε άλλους τόπους, έκαναν τους δικούς τους παιδικούς φίλους, έχουν τις δικές τους μνήμες και τρόπους διασκέδασης.
Μπορεί όσο ήταν μικρά να μας ακολουθούσαν - μερικές φορές γκρινιάζοντας - όταν μεγάλωσαν όμως πήραν τους δικούς τους δρόμους.
Δεν φταίμε εμείς επειδή δε μας ακολουθούν, είναι η εξέλιξη της ζωής, ούτε φταίνε εκείνα που δεν μπορούν να γελάσουν με τα δικά μας χιλιοειπωμένα αστεία. Και οι ιστορίες του χωριού που αφηγούμαστε ξεκαρδισμένοι, σ' εκείνα δεν λένε τίποτα, καθώς δεν γνώρισαν τους ανθρώπους, τους τόπους και τις συνθήκες.
Αν θέλουμε οι οργανώσεις να βρουν συνεχιστές, θα πρέπει να κάτσουμε να συζητήσουμε με τα παιδιά. Να τα ρωτήσουμε τι θα ήταν αυτό που θα μπορούσε να τα ενώσει, να τα εμπνεύσει μια ομαδική δουλειά μ' ένα κοινό στόχο.
Καλό είναι το χωριό και η ιδιαίτερη πατρίδα, είναι όμως ουτοπικό να ζητούμε από τα παιδιά και τα εγγόνια μας να τ' αντικρίσουν με τα δικά μας μάτια και με τη δική μας νοσταλγία. Θα 'λεγα μάλιστα ότι κάτι τέτοιο δεν είναι και υγιές. Οι άνθρωποι προχωρούν μπροστά, δεν γυρίζουν πίσω.
Στην Αμερική βέβαια τα πράγματα είναι πιο πολύπλοκα, αφού η μητέρα Ελλάδα προσβλέπει στη βοήθειά σας, κάθε φορά που βρίσκεται σε δύσκολη διπλωματική θέση. Οι Έλληνες όμως και οι «Ελληνάρες» λιγοστεύουν και σιγά-σιγά χάνονται. Θα πρέπει να είμαστε ευχαριστημένοι λοιπόν, αν καταφέρουμε να διαμορφώσουμε μια γενιά φιλελλήνων, μακρινής ελληνικής καταγωγής.»

Γιάννη, σε ευχαριστούμε για όσα έγραψες όλα αυτά τα χρόνια τα οποία μας έκαναν να γελάσουμε, να μάθουμε, να προβληματιστούμε.

Σχόλια
Προσθήκη νέουΑναζήτηση
Μόνο εξουσιοδοτημένοι χρήστες μπορούν να γράψουν σχόλια!

Copyright (C) 2007

Αυτό το κείμενο εκτυπώθηκε από το hellenicvoiceny.com, στη διεύθυνση
: http://www.hellenicvoiceny.com/index.php?option=com_content&task=view&id=9276&Itemid=34

Τελευταία ανανέωση ( 25.02.15 )