Τα καινούργια ρούχα του αυτοκράτορα
07.09.08

Ενώ τα συνέδρια Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών κήρυξαν και επίσημα την εκκίνηση της αναμέτρησης Ομπάμα - Μακέιν, ο καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον Αρνο Μάγερ δημοσιεύει στη γαλλική Le Monde Diplomatique άρθρο κάτω από τον απαισιόδοξο τίτλο: «Οι πρόεδροι αλλάζουν, η αυτοκρατορία μένει»

 

Ο Αμερικανός πανεπιστημιακός υπενθυμίζει την περίπτωση του Καλιγούλα, ο οποίος θρυλείται ότι προσπάθησε να διορίσει το αγαπημένο του… άλογο πρώτα συγκλητικό και ύστερα ύπατο! Η κεντρική ιδέα είναι σαφής: Οπως στην αυτοκρατορική Ρώμη, έτσι και στη σύγχρονη, αμερικανική υπερδύναμη, τεράστια συμφέροντα και ένας πανίσχυρος γραφειοκρατικός μηχανισμός υπαγορεύουν τις βασικές πολιτικές αποφάσεις, όποιοι και αν βρίσκονται - θεωρητικά- στην κορυφή της πυραμίδας.
 
Οι διανοούμενοι
 
Παρόμοια είναι η οπτική Αμερικανών διανοουμένων, όπως ο Νόαμ Τσόμσκι, ο οποίος από την πρώτη στιγμή βάλθηκε να αποδομήσει τον μύθο του Μπαράκ Ομπάμα, και ο ιστορικός Χάουαρντ Ζιν. Ο τελευταίος υποστηρίζει ότι «το Δημοκρατικό Κόμμα διέρρηξε τον ιστορικό του συντηρητισμό, την υποταγή στους οικονομικά ισχυρότερους και τη ροπή προς πολεμικές περιπέτειες, μόνο όταν αντιμετώπισε την εξέγερση της κοινωνικής του βάσης. Κάτι τέτοιο έγινε στις δεκαετίες του ’30, επί Φραγκλίνου Ρούζβελτ, και του ’60, με τον πόλεμο στο Βιετνάμ και τις εξεγέρσεις των μαύρων, αλλά δεν συμβαίνει σήμερα».
 
Είναι αλήθεια ότι τίποτα στη σημερινή Αμερική δεν θυμίζει είτε το θυελλώδες εργατικό κίνημα μετά τη Μεγάλη Υφεση του 1929 - ’32 είτε τη Νέα Αριστερά και τους Μαύρους Πάνθηρες της δεκαετίας του ’60. Ωστόσο, όσοι προεξοφλούν ότι το τέλος της οκταετίας Μπους δεν θα φέρει παρά μια απλή αλλαγή φρουράς, ενδέχεται να διαψευσθούν - όπως διαψεύσθηκαν όσοι είχαν βιαστεί να προβλέψουν ότι ο Μπους θα διέφερε από τους Κλίντον και Γκορ περίπου όσο διαφέρει η Κόκα Κόλα από την Πέπσι.
 
Αυτή η απλοϊκή θεώρηση παραγνωρίζει την ισχυρή πίεση για αλλαγή, την οποία δημιουργεί το τεράστιο σύμπλεγμα των αντικειμενικών, οικονομικών και γεωπολιτικών προβλημάτων της υπερδύναμης, ανεξάρτητα από τη θέληση του Ομπάμα, του Μακέιν και οποιουδήποτε άλλου πολιτικού παράγοντα: Η οικονομική κρίση που έχει μπει στον δεύτερο χρόνο της, η μετατροπή της Αμερικής από πρώτο παγκόσμιο πιστωτή στον μεγαλύτερο παγκόσμιο οφειλέτη, η προοπτική να γίνει η Κίνα πρώτη βιομηχανική δύναμη του χρόνου το 2020, το χάος στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, η υπαρξιακή κρίση του ΝΑΤΟ, η επιστροφή της αναγεννημένης Ρωσίας... Στο σύνολό τους, όλα αυτά συνθέτουν μια ποιοτικά νέα κατάσταση πραγμάτων, όπου για πρώτη φορά μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η αμερικανική ηγεμονία τίθεται υπό δεινή αμφισβήτηση.
 
Σ’ αυτήν τη διάχυτη απαίτηση για αλλαγή επένδυσε ο Μπαράκ Ομπάμα με την ομιλία που εκφώνησε ενώπιον 84.000 ανθρώπων, στο συνέδριο του Δημοκρατικού Κόμματος, στις 28 Αυγούστου. Μπορεί να μην έφτασε στο ύψος του Φραγκλίνου Ρούζβελτ, ο οποίος, με την ομιλία του για τον «ξεχασμένο άνθρωπο», ως προεδρικός υποψήφιος, στις 7 Απριλίου 1932, σκιαγράφησε το περίγραμμα του «Νιου Ντιλ» και καθόρισε την ατζέντα των Δημοκρατικών για τα επόμενα 50 χρόνια. Μπορεί να μην ηλέκτρισε το αμερικανικό έθνος στο βαθμό που το είχε πετύχει ο Τζον Κένεντι, αποδεχόμενος το χρίσμα των Δημοκρατικών, στις 15 Ιουλίου 1960, όταν είχε ρίξει το σύνθημα για το «Νέο Σύνορο».
 
Πετυχημένος λίβελος
 
Ωστόσο, η ομιλία του Ομπάμα ήταν ένας πολύ πετυχημένος λίβελος εναντίον του «κοινωνικού Δαρβινισμού» των Ρεπουμπλικανών, με εμπνευσμένες «ατάκες» εναντίον των ιδεολογημάτων περί «κοινωνίας ιδιοκτητών» και «ατομικής ευθύνης» που νομιμοποιούν την εγκατάλειψη των ασθενεστέρων στη μοίρα τους. Υποσχέθηκε προοδευτική φορολογία, ασφαλιστική κάλυψη για όλους και κοινωνικά προγράμματα στην παράδοση του «Νιου Ντιλ». Στην εξωτερική πολιτική έχει σαφώς περισσότερο ισορροπημένες θέσεις από τον Μακέιν (ακόμη και ο Πούτιν, με συνέντευξή του στο CNN άφησε να εννοηθεί, πολύ διακριτικά βέβαια, η προτίμησή του στον Ομπάμα). Και μόνο το χρώμα της επιδερμίδας και το πολυπολιτισμικό του υπόβαθρο θα λειτουργήσουν ως ισχυρό στιλβωτικό του αμερικανικού ονείρου και ως ιδανικό «πλυντήριο» της οκταετίας Μπους σε διεθνή κλίμακα.
 
Ο αντίλογος είναι ισχυρότατος: Η προσπάθειά του να μην υστερήσει του Μακέιν στον ρόλο του υποψήφιου «αρχιστρατήγου σε καιρό πολέμου», κάτι που οδήγησε να δεσμευθεί ότι θα κλιμακώσει τον ολοένα και περισσότερο αιματηρό πόλεμο στο Αφγανιστάν. Θέσεις που ξεπερνούν ακόμη και τον Μπους- και τα πιο τρελά όνειρα των Ισραηλινών- όπως η διακήρυξη περί «αδιαίρετης Ιερουσαλήμ». Το γεγονός ότι στο επιτελείο των συμβούλων του για την εξωτερική πολιτική συμμετέχουν γνωστοί «ιέρακες», όπως ο πάντα ρωσοφοβικός, πρώην σύμβουλος εθνικής ασφαλείας Ζμπίγκνιεφ Μπρεζίνσκι. Οπως και η συμμετοχή, στο οικονομικό του επιτελείο, νεοφιλελεύθερων «παιδιών του Σικάγου» ή και του Τζέισον Φούρμαν, υποστηρικτή της διαβόητης για την αντεργατική της πολιτική Wal - Mart.
 
Ολα αυτά διαμηνύουν ότι θα ήταν πολύ αφελής κανείς αν περίμενε από τον Ομπάμα ένα είδος «επανάστασης εκ των άνω», που θα μεταμόρφωνε μεμιάς την Αμερική. Εκείνο που μπορεί, ωστόσο, να περιμένει κανείς από ενδεχόμενη εκλογή του Ομπάμα, είναι να γίνει καταλύτης για μια νέα, προοδευτική αφύπνιση της αμερικανικής κοινωνίας. Οι μεγάλες αλλαγές δεν έρχονται από έθνη στα έσχατα όρια της απελπισίας ή της απάθειας, αλλά από λαούς που ενστερνίσθηκαν μεγάλες ελπίδες και άρχισαν να γράφουν ιστορία όταν είδαν αυτές τις ελπίδες τους να διαψεύδονται. Αλλωστε, όπως και στο παραμύθι του Χανς Κρίστιαν Αντερσεν, τα καινούργια ρούχα του αυτοκράτορα γίνονται πιστευτά μόνο μέχρις ότου βρεθεί κάποιος που θα διαλαλήσει τη γύμνια του.
 
Μακέιν κατά κατεστημένου
 
Η χρεοκοπία της πολιτικής Μπους ανάγκασε τον Μακέιν να ενστερνισθεί, στο συνέδριο των Ρεπουμπλικανών, το σύνθημα του Ομπάμα για «Αλλαγή» και να εξαπολύσει μύδρους εναντίον του «κατεστημένου της Ουάσιγκτον» – στο οποίο κυριαρχεί το ίδιο του το κόμμα!
 
Επί της ουσίας, όμως, το «Μεγάλο Παλιό Κόμμα» του Λίνκολν αποδείχθηκε ανίκανο για ουσιώδη επαναπροσδιορισμό. Αν και ο Μακέιν είχε συγκρουστεί μετωπικά με τον Μπους, ως ανθυποψήφιός του για το προεδρικό χρίσμα το 2000, καταγγέλλοντας τη διαπλοκή μεγάλων επιχειρήσεων, πολιτικών και τις υπερσυντηρητικές θέσεις της Χριστιανικής Δεξιάς, φέτος βάλθηκε να αρνηθεί κάθε φιλελεύθερη έκλαμψη. Δείγμα γραφής ήταν η επιλογή της παγκοσμίως άγνωστης μέχρι χθες Σάρα Πέιλιν ως υποψήφιας αντιπροέδρου. Η κυβερνήτης της Αλάσκα επελέγη απλά και μόνο για να συσπειρώσει τους σκληροπυρηνικούς: Πολύτεκνη, εναντίον των αμβλώσεων ακόμη και σε περιπτώσεις βιασμού ή αιμομιξίας, υπέρ της οπλοκατοχής, υπέρ της επέκτασης των δραστηριοτήτων πολυεθνικών πετρελαίου και εξορυκτικών βιομηχανιών στα παρθένα δάση της Αλάσκα. «Οι Ρεπουμπλικανοί που νοσταλγούν τον Ρίγκαν, αναγνώρισαν στο πρόσωπό της μια επίδοξη Θάτσερ της Αμερικής», έγραψε Αμερικανός σχολιαστής. Σημειωτέον ότι ο Μακέιν είχε τη δυνατότητα να επιλέξει, αντί της Πέιλιν, τον Τζο Λίμπερμαν, ο οποίος το 2000 ήταν υποψήφιος αντιπρόεδρος του Δημοκρατικού Αλ Γκορ. Το ό,τι δεν το έπραξε, δείχνει την πολιτική ομηρία από την υπερσυντηρητική βάση του. Πάντως, η ενθουσιώδης απήχηση που είχε η ομιλία της Πέιλιν στο συνέδριο του κόμματος δείχνει ότι ο Μακέιν, από ψηφοθηρική σκοπιά, μάλλον είχε δίκιο.
 

Καθημερινή

Σχόλια
Προσθήκη νέουΑναζήτηση
Μόνο εξουσιοδοτημένοι χρήστες μπορούν να γράψουν σχόλια!

Copyright (C) 2007

Αυτό το κείμενο εκτυπώθηκε από το hellenicvoiceny.com, στη διεύθυνση
: http://www.hellenicvoiceny.com/index.php?option=com_content&task=view&id=2236&Itemid=36