Καταφύγιο των επαναστατών η Ελλάδα
23.10.16

Στο λιμάνι της Πάτρας έφτασαν στις 9 Ιουλίου 1849 οι πρώτοι πολιτικοί πρόσφυγες Η παγκόσμια αναγνώριση της υποδοχής που επιφύλαξαν ιδιαίτερα οι νησιώτες στους πρόσφυγες από τη Συρία και τα άλλα κράτη δεν είναι κάτι καινοφανές.
Το ίδιο είχε συμβεί και πριν από πολλά χρόνια, όταν το νεοσύστατο ελληνικό κράτος έγινε το «καταφύγιο» των επαναστατημένων λαών της Ευρώπης, των πρώτων πολιτικών προσφύγων που ζήτησαν άσυλο στη χώρα μας.

Η ιστορία εξελίσσεται το καλοκαίρι του 1849. Ομως, αποτελεί, ουσιαστικά, τη συνέχεια μιας έντονης περιόδου, που ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 1848, οπότε γίνεται η λεγόμενη «Φεβρουαριανή Επανάσταση» στη Γαλλία και πυροδοτούνται εθνικοαπελευθερωτικές εξεγέρσεις σε ευρωπαϊκές χώρες, ιδιαίτερα στην Ιταλία, στην Ουγγαρία και στην Πολωνία.

Οπως σημειώνει ο ιστορικός Τάσος Βουρνάς:

«Οι ευρωπαϊκοί αγώνες του 1848, εκτός από το αναμφισβήτητο γεγονός ότι προώθησαν το κοινωνικό πρόβλημα της Ευρώπης (ας μην ξεχνάμε ότι το 1848 είναι η αφετηρία της πολιτικής δράσης του Μαρξ και του Ενγκελς), ανάδειξαν και μεγάλες πολιτικές φυσιογνωμίες που ηγήθηκαν των λαϊκών αγώνων και σφράγισαν με την παρουσία τους την ευρωπαϊκή πολιτική ζωή, όπως τον Αδάμ Μισκίεβιτς στην Πολωνία, το φλογερό ποιητή και πατριώτη, τον Μαντζίνι και τον Γκαριμπάλντι στην Ιταλία ή τον Κόσουθ στην Ουγγαρία.

Η παλινδρόμηση της αντίδρασης στις χώρες όπου νικήθηκαν οι εξεγέρσεις του 1848 δημιούργησε ένα μεγάλο ρεύμα πολιτικών προσφύγων. Ιδιαίτερα στις περιοχές όπου κυριαρχούσε ο αυστριακός δεσποτισμός, ο διωγμός κατά των επαναστατών ήταν τόσο ισχυρός, ώστε χιλιάδες απ’ αυτούς πήραν το δρόμο της προσφυγιάς προς τις γειτονικές χώρες»
(Τάσος Βουρνάς, «Ξένοι πολιτικοί πρόσφυγες στην Ελλάδα στην περίοδο των αστικοδημοκρατικών εξεγέρσεων του 1848». Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Επιθεώρηση Τέχνης», Αύγουστος 1956).

 

Η άφιξη

Μέσα στο 1849 ένα μεγάλο μερίδιο προσφύγων δέχτηκε κι η Ελλάδα, κυρίως από την Ιταλία, την Ουγγαρία, όπως επίσης και μέρος από τους Πολωνούς λεγεωνάριους του Μισκίεβιτς με τον ίδιο επικεφαλής.

Η πρώτη είδηση για την άφιξη Ιταλών προσφύγων στην Πάτρα δημοσιεύεται, στις 9 Ιουλίου 1849, στην εφημερίδα «Αιών», όπου επίσης διαβάζουμε ότι η Ρώμη καταλήφθηκε, στις 3 Ιουλίου, από τον γαλλικό στρατό.

«Την 4ην Ιουλίου απεβιβάσθησαν εις Πάτρας εβδομήκοντα Ιταλοί πρόσφυγες, εξ ων εις λοχαγός και εξήκοντα εννέα στρατιώται εκ της φρουράς της Αγκώνης. Αλλοι εκ της ιδίας φρουράς έμειναν εις Κέρκυραν, ως διακόσιοι εβδομήκοντα. Ο νομάρχης Αχαΐας και Ηλιδος κύριος Π. Α. Αναγνωστόπουλος, καλώς ποιών, διέταξε την Δημαρχίαν να τους δοθώσι καταλύματα. Μανθάνομεν δε μετά της μεγαλυτέρας ευχαριστήσεως ότι οι πολίται Πατρών έδειξαν συμπαθείας χριστιανικής αισθήματα υποδεχθέντες και περιποιούμενοι τους πρόσφυγας εις τους οίκους των. Μανθάνομεν προσέτι ότι οι πρόσφυγες ούτοι εζήτησαν να καταταχθώσιν ως λόχος εις τον ελληνικόν στρατόν. Αν τούτο, ως βλέπομεν, δεν θέλει πραγματοποιηθή, έχομεν όμως οι Ελληνες καθήκον δικαιοσύνης και φιλανθρωπίας να εκπληρώσωμεν προς τους πρόσφυγας των ατυχών Ιταλών, ενθυμούμενοι μάλιστα τα όποια επί του Αγώνος ελάβομεν βοηθήματα και συνδρομήν διά παντός μέσου», έγραφε η εφημερίδα.

Τέλη Ιουλίου φτάνουν στον Πειραιά 26 Ιταλοί πολιτικοί πρόσφυγες από την Πάτρα, με τον σκοπό να πετύχουν κυβερνητική προστασία για τους ομοεθνείς τους.

«Εις Πειραιά μετέβησαν —γράφει ο «Αιών» — είκοσι εξ εκ των εις Πάτρας προσφύγων Ιταλών. Ομολογούμεν οπόσην εις τους κατοίκους Πειραιώς διήγειρε συμπάθειαν η παρουσία τούτων. Πιστεύομεν δε ότι συνεισφορά ικανή θέλει υπέρ αυτών γίνη και ευελπιζόμεθα εις τον καλόν δήμαρχον Πειραιώς κ. Ομηρίδην, ότι δεν θέλει φεισθή ουδενός κόπου, ούτε παντός δυνατού μέσου προς περίθαλψιν τούτων».

Πραγματικά το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης γίνεται ολοένα και πιο θερμό.

Η Βουλή συζητεί το πρόβλημα και σχηματίζεται επιτροπή από βουλευτές για να το μελετήσει.

Σχέδια προτείνονται, όπως η ίδρυση κοντά στον Ισθμό ιδιαίτερης πόλης που θα τους στεγάσει, σχηματίζονται επίσημες και ανεπίσημες ερανικές επιτροπές που μαζεύουν χρήματα σε Αθήνα, Πάτρα, Σύρο κι αλλού, ενώ οι κατά τόπους δήμοι παίρνουν τα πρώτα μέτρα στέγασης και διατροφής τους.

Στην Αθήνα η Επιτροπή συγκροτείται από διακεκριμένους πολίτες, που ήταν οι Δημήτριος Χατζίσκος, Αδάμ Δούκας, Ν. Κορφιωτάκης, Ρήγας Παλαμήδης, Κων. Δόσιος, Α. Δουρούτης, Διομήδης Κυριακός, Νικόλαος Στεφανίδης και Εμμ. Αντωνιάδης.

 

Οι πιέσεις

Ομως, φαίνεται ότι το ειλικρινές ενδιαφέρον του κόσμου για τους πρόσφυγες δεν αντανακλά απόλυτα τις διαθέσεις της κυβέρνησης, με πρωθυπουργό τον Κωνσταντίνο Κανάρη, που δέχεται ισχυρές πιέσεις κυρίως από την Αυστρία, τη Ρωσία αλλά και από το Βατικανό για να μη δοθεί άσυλο στους πολιτικούς πρόσφυγες καθώς «είναι αντάρται κατά των φιλικών κυβερνήσεων» (εφημερίδα «Η Ελπίς» φ. 8/8/1849).

Οι πρώτες παρεμβάσεις της Αυστρίας έγιναν τον Φεβρουάριο και τον Μάιο του 1849, όπως προκύπτει από δύο εκθέσεις της αυστριακής πρεσβείας στην Αθήνα, που βρίσκονται στα κρατικά Αρχεία της Βιέννης (πηγή: Τάσος Βουρνάς, ό.π.).

Στην πρώτη με ημερομηνία 11/2/1849 αναφέρεται ότι ζητήθηκε από την ελληνική κυβέρνηση εάν φτάσουν στην Ελλάδα Ούγγροι «φυγάδες επαναστάτες» να συλληφθούν.

«Διαπίστωσα ότι ενώ απ’ τη μια μεριά συμφωνεί {η ελληνική κυβέρνηση} με την απαίτησή μας, απ’ την άλλη ισχυρίζεται ότι εμποδίζεται από το σύνταγμα και από την ανυπαρξία συμφωνίας για την παράδοση πολιτικών εγκληματιών. Περιορίστηκα λοιπόν ν’ αξιώσω τη βοήθειά της μόνο επί του αστυνομικού πεδίου και συνομολόγησα μαζύ της τα ακόλουθα:

»Οι διοικητές των παραλίων περιοχών έλαβαν εντολή να ειδοποιήσουν αμέσως το αυστριακό προξενείο σε περίπτωση που θα εμφανίζονταν αυστριακοί υπήκοοι χωρίς διαβατήρια ή με πλαστά ή ξένα διαβατήρια. Θα παραδίδουν στο προξενείο κάθε άτομο που θα συλλαμβάνεται και θα βοηθούν στην ταχύτατη απέλασή τους από τη χώρα επί αυστριακών πλοίων. Στους νομάρχες δόθηκε διαταγή να διπλασιάσουν την προσοχή τους πάνω σ’ όλους τους ξένους και να στέλνουν ταχύτατα, με συνοδεία, στην Αθήνα, κάθε ύποπτο άτομο»
, ανέφερε ο πρέσβης.

Ωστόσο, στα τέλη Ιουλίου δημοσιεύεται στις εφημερίδες της εποχής μια ανακοίνωση του υπουργού Εσωτερικών Δ. Χρηστίδη προς τους νομάρχες και τον διευθυντή δημοτικής αστυνομίας Αθηνών- Πειραιώς, στην οποία σημειώνεται ότι στους Ιταλούς πρόσφυγες που έφτασαν στην Πάτρα «η Ελλάς δεν ηδύνατο ν’ αρνηθή άσυλον».

Γι’ αυτό, όπως αναφέρεται «διετάξαμεν τον Νομάρχην Αχαΐας και Ηλιδος να δεχθή και να τους κοινοποιήση ότι έχουσι την ελευθερίαν να απέλθωσιν, εις όποιον μέρος της Ελληνικής επικρατείας ευχαριστούνται, διά να επιδοθώσιν, εις το οποίον έκαστος, πριν λάβη τα όπλα, ενασχολείτο επιτήδευμα».

Καταλήγοντας δε καλεί τους νομάρχες να δεχτούν κάθε πρόσφυγα, που θα φτάσει στην περιοχή τους και να τους βοηθήσουν ώστε να βρουν εργασία (εφ. «Αιών» φ.27/7/1849).

 

Η απομάκρυνση

Αμέσως μετά ο υπουργός Χρηστίδης απομακρύνεται από τη θέση του με απόφαση του τότε βασιλιά Οθωνα, που διόριζε και έπαυε υπουργούς κατά το δοκούν.

Οι εφημερίδες της εποχής (εφ. «Η Ελπίς» 20/8/1849) γράφουν ότι αφορμή της παύσεως του υπουργού ήταν η συγκεκριμένη εγκύκλιος προς τους νομάρχες.

Στη θέση του υπουργού Εσωτερικών τοποθετείται ο Κ. Κριστενίτης, στον οποίο κάνουν νέο έντονο διάβημα οι πρέσβεις των ίδιων κρατών αλλά το απορρίπτει και αυτός, ξεκαθαρίζοντας ότι ο ελληνικός λαός αισθάνεται ευγνωμοσύνη για τους λαούς που τον συνέδραμαν στη διάρκεια του Αγώνα (εννοεί την Επανάσταση του 1821).

Η ένταση των πιέσεων και από την πλευρά του Βατικανού, που έστειλε εκπροσώπους στην Ελλάδα ζητώντας να μη δοθεί άσυλο στους πολιτικούς πρόσφυγες, προκαλεί αναστάτωση στις τάξεις τους.

Η εφημερίδα «Αιών» στο φύλλο της 31-8-1849 έγραφε χαρακτηριστικά:

«Και Ρωμάνοι και Βενετοί και Λομβαρδοί και Πολωνοί πρόσφυγες εις Αθήνας ήρχισαν να τρέμωσι και ν’ απελπίζωνται μαθόντες ότι οι Καπουτσίνοι της Σύρου διετάγησαν παρά του Πάπα να έλθωσιν ενταύθα και να επικαλεσθώσι παρά του βασιλέως ημών την αποπομπήν τούτων. Αγνοούμεν εισέτι αν αληθεύη αποστολή τοιαύτη. Βεβαιούμεν ότι εις αριθμός Καπουτσίνων έφθασε κατ’ αυτάς εκ Σύρου εις Αθήνας.

Δοθείσης όμως αληθούς της φήμης ταύτης, είναι, ερωτώμεν, και αξιοπρεπές να παραδεχώμεθα διαταγάς, ούτως ειπείν, ξένων, διαταγάς Πάπα και ταύτας εναντίον παντός ανθρωπίνου αισθήματος και πάσης φιλανθρωπίας; Πειθόμεθα εξ εναντίας ότι η κυβέρνησις ημών θέλει αποκρούσει μετ’ αγανακτήσεως τοιαύτην αυθάδη αίτησιν, τοιαύτην απάνθρωπον σκληρότητα μεταφέρουσαν και εν ταις Αθήναις το ανανεωθέν εν τη δυστυχή Ρώμη κατάπτυστον σύστημα των διωγμών της Ιεράς εξετάσεως».

Τελικά, φαίνεται ότι οι πιέσεις πιάνουν… τόπο και όπως αναφέρουν οι γαλλικές και αυστριακές εφημερίδες, η ελληνική κυβέρνηση ζητάει από τη Γαλλία και την Αυστρία να μην εκδίδουν σε πρόσφυγες διαβατήρια για την Ελλάδα.

«Είναι αδύνατον να πιστεύσωμεν ότι η Κυβέρνησίς μας απεφάσισε να απευθύνη τοιαύτην αίτησιν εις Παρισίους, ότι απεφάσισε να γενή όργανον της Καννιβαλικής πολιτικής των δύο αιμοχαρών αυτοκρατόρων», σχολίασε, στις 3/10/1849, η εφημερίδα «Ελπίς».

 

Παγκόσμια αίσθηση

Ιδιαίτερη αίσθηση προκάλεσε στην Ευρώπη η θερμή υποδοχή που έτυχαν από τον ελληνικό λαό οι πολιτικοί πρόσφυγες, οι οποίοι αγωνίζονταν για την ελευθερία τους.

Μια εφημερίδα του Παρισιού έγραφε:

«Ενώ η Εσπερία είναι αποκλεισμένη εις τους ηρωικούς προμάχους των Μεδιολάνων και της Ρώμης, εις τους προγεγραμμένους της Βιέννης και της Βούδας, ενώ η Μελίτη, αγγλική αποικία, υφίσταται τον ζυγόν του ποταπού τυραννίσκου της, η Ελλάς εκήρυξε πανταχού ότι αι πόλεις αυτής είναι άσυλον ιερόν ανοικτόν εις όλα τα μεγάλα λείψανα των λαών, άτινα κατά την ώραν ταύτην περιπλανώνται εις τας θάλασσας, ζητούντα φίλον λιμένα, αι δε Αθήναι και αι Πάτραι ευγενώς αμιλλώνται τις αυτών καλλίτερον υποδεχθήσεται τους εξορίστους και οι Ελληνες ναυτικοί προσφέρουσι προθύμως τα πλοία των εις τους διωκομένους, τους μη γιγνώσκοντας πού να μεταβώσι»
(Πηγή: Επαμεινώνδα Κ. Κυριακίδου «Ιστορία του Σύγχρονου Ελληνισμού. 1832- 1892» τόμος Α΄ Αθήναι 1892, σελ. 591-592).


Επίσης, η εφημερίδα «Κονκόρντια» του Τορίνο έγραψε:

«Στην καταπιεζόμενη και άτυχη Ιταλία η μεγαλόψυχη Ελλάδα προσφέρει την ενίσχυση μιας αξιαγάπητης και γενναιόφρονης φιλοξενίας. Ω, ας σε ανταμείψει ο θεός με το μεγαλύτερο από τ’ αγαθά του, με την κατοχύρωση της ελευθερίας σου και της ανεξαρτησίας σου, γη αγαπημένη κι ευγενική».
(Καιροφύλα, La Grecia et l’ Italia nel Risorgimento Italiano, Roma 1919).

www.efsyn.gr

Σχόλια
Προσθήκη νέουΑναζήτηση
Μόνο εξουσιοδοτημένοι χρήστες μπορούν να γράψουν σχόλια!

Copyright (C) 2007

Αυτό το κείμενο εκτυπώθηκε από το hellenicvoiceny.com, στη διεύθυνση
: http://www.hellenicvoiceny.com/index.php?option=com_content&task=view&id=10833&Itemid=33

Τελευταία ανανέωση ( 23.10.16 )